Της Νίνας Κουλετάκη
Εισαγωγή
Γεννημένος στις 10 Σεπτεμβρίου του 1404 στο κάστρο του Machécoul, o Gilles de Laval, Στρατηγός και Βαρώνος του Rais, γνωστός με το παρατσούκλι «Κυανοπώγων», σύντροφος εν όπλοις της Jeanne D’ Arc, έζησε μια ζωή βουτηγμένη στο αίμα.
Σύμφωνα με το θρύλο το κάστρο στο οποίο γεννήθηκε, δεν θα απαλλαγεί από το κακό πνεύμα του Gilles de Rais, παρά μόνο όταν «και η τελευταία του πέτρα διαλυθεί και μετατραπεί σε σκόνη».

Καταγωγή και παιδική ηλικία
Πατέρας του ήταν ο Guy de Montmorency–Laval, θετός γιος του Jean de Rais και της Marie de Craon, τις μεγάλες περιουσίες των οποίων και κληρονόμησε. Λίγα πράγματα είναι γνωστά για τα πρώτα χρόνια της ζωής του Gilles. Από την ηλικία των επτά ετών, ως μέλλων ευγενής, ο Gilles μυήθηκε στις κλασικές τέχνες και τις ανθρωπιστικές σπουδές και έμαθε να γράφει και να διαβάζει ελληνικά και λατινικά. Επίσης εκπαιδεύτηκε στις πολεμικές τέχνες και στην αυλική συμπεριφορά. Οι αναφορές που έχουν διασωθεί για τον Gilles de Laval τον παρουσιάζουν ως ικανό σπουδαστή και με εξαιρετικές επιδόσεις στη στρατιωτική εκπαίδευση. Αντίθετα, ως πολιτικός ήταν ανεπαρκής και άξεστος.
O Gilles ήταν ένα ευφυές παιδί που διάβαζε λατινικά με ευχέρεια και αγαπούσε τη μουσική. Είχε ιδιαίτερη κλίση προς το «απαγορευμένο» και, κρυφά, εντρύφησε στον Σουετόνιο, με τις λεπτομερείς καταγραφές και περιγραφές του περί της υπερβολής στις σεξουαλικές συνήθειες των Ρωμαίων αυτοκρατόρων. Καθώς ο ίδιος ο Gilles ήταν ομοφυλόφιλος, οι ιστορίες αυτές έθρεψαν τη ροπή του προς τις σεξουαλικές φαντασιώσεις, γεγονός που παραδέχτηκε και κατά τη διάρκεια της δίκης του.
Ο πατέρας του πέθανε όταν ο Gilles ήταν εννέα ετών και η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε αμέσως και εγκατέλειψε τα δύο της παιδιά. Πέθανε δυο χρόνια αργότερα. O Gilles και ο αδελφός του René ένοιωσαν μόνοι στον κόσμο. Το 1416 τα δυο αγόρια παραδόθηκαν στην φροντίδα του παππού τους, Jean de Craon, ενός ψυχρού, σκληρού ανθρώπου, ενός άρχοντα με μεγάλη δύναμη που έμεινε στην ιστορία για τη δολιότητα και τις μηχανορραφίες του.
Ο Jean de Craon ενδιαφέρθηκε αποκλειστικά για τη στρατιωτική εκπαίδευση του Gilles. Σε ηλικία 14 ετών, ντυμένος με την καλύτερη πανοπλία, κατασκευασμένη στο Μιλάνο, o Gilles ίππευσε για πρώτη φορά ως ακόλουθος ιππότη. Αν και οι νεαροί ευγενείς, όπως ο Gilles, περνούσαν ώρες ολόκληρες ασκούμενοι στην ξιφασκία, την κονταρομαχία και την πάλη, ο μόνος αληθινός τρόπος να μάθουν τα πάντα για τη μάχη ήταν να πάρουν μέρος σε αυτές του Εκατονταετούς Πολέμου.
Εφηβεία και νεότητα
Ο Gilles de Rais ξόδευε τις ελεύθερες ώρες και τα χρήματά του με το να εμπλουτίζει τη βιβλιοθήκη του, ανάμεσα στα αποκτήματα της οποίας υπήρχε και ένα αντίτυπο της «Πόλης του Θεού», του Αγίου Αυγουστίνου. Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του ήταν να κάνει τις λειτουργίες στα παρεκκλήσια των κάστρων του, όσο το δυνατόν πιο μεγαλειώδεις και λαμπρές. Για το σκοπό αυτό ξόδευε κολοσσιαία ποσά, ώστε η τεράστια περιουσία του άρχισε να μειώνεται αισθητά. Στην ακμή του ο Gilles de Rais ήταν ο πλουσιότερος ευγενής στην Ευρώπη και το 1420 έγινε ακόμη πλουσιότερος, ύστερα από το γάμο του με μια πλούσια κληρονόμο.
Αρχικά ο Jean de Craon προσπάθησε να τον παντρέψει με την κληρονόμο Jeanne de Paynol, αλλά χωρίς επιτυχία. Στη συνέχεια, επέλεξε για νύφη του εγγονού του την Beatrice de Rohan, ανηψιά του Δούκα της Βρεττάνης, πάλι χωρίς αποτέλεσμα. Τελικά σύζυγος του Gilles έγινε η Caherine de Thouars της Βρεττάνης, κληρονόμος της la Vendée και του Poitou, αλλά κι ατυό κατόπιν απαγωγής της. Η μεταγενέστερη σύνδεση του Gilles de Rais με τον μυθικό δολοφόνο των συζύγων του Κυανοπώγωνα, οφείλεται στο γεγονός ότι οι προηγούμενες προσπάθειες του Gilles να παντρευτεί εμποδίστηκαν από το θάνατο των μελλουσών συζύγων του.
Στρατιωτική καριέρα
Ο βασιλιάς Κάρολος ΣΤ΄ αποκλήρωσε τον γιο του, τον Δελφίνο Κάρολο Ζ΄ και έφερε για διαπραγμάτευση μια συνθήκη ειρήνης με την Αγγλία, σύμφωνα με την οποία διάδοχος του γαλλικού θρόνου, μετά τον ίδιο, ήταν ο Ερρίκος E΄. Η συγκεκριμένη συνθήκη δυσαρέστησε πολλούς στη Γαλλία, που δεν ήθελαν έναν άγγλο στο θρόνο της χώρας τους. Ο Κάρολος Ζ΄ χρίστηκε Αντιβασιλέας, λόγω της παραφροσύνης του πατέρα του. Ανάμεσα στους υποστηρικτές του ήταν αμφότεροι ο Jean de Craon και ο Gilles de Rais.

Η υποστήριξη του Δελφίνου απέβη ευνοϊκή για τον Gilles, καθώς το 1429 και ενώ βρισκόταν με τον Αντιβασιλέα, γνώρισε μια νεαρή γυναίκα η οποία ισχυριζόταν πως άκουγε φωνές αγίων που την καθοδηγούσαν. Η κοπέλα έπεισε τον Κάρολο Ζ΄ να της δώσει στρατό και υποσχέθηκε να απελευθερώσει την πολιορκούμενη πόλη της Ορλεάνης και να παραδώσει το θρόνο της Γαλλίας στον Κάρολο Ζ΄, Δεν ήταν άλλη από την Ιωάννα της Λωραίνης.

Ο Κάρολος διέταξε τον Gilles να συνοδέψει την «Παρθένα» στην Ορλεάνη, ίσως γιατί διέκρινε πως του άρεσε η αγορίστικη εμφάνισή της και οι χωρικοί της τρόποι. Ο Gilles πολέμησε στο πλευρό της και, μετά από πολλές σκληρές μάχες, κατάφεραν να απελευθερώσουν την Ορλεάνη. Ο Κάρολος πήγε στη Reims, τον παραδοσιακό τόπο στέψης των γάλλων βασιλέων.

Ο Gilles de Rais είχε ανέβει τόσο στην εκτίμηση της αυλής, ώστε διορίστηκε Αρχιστράτηγος των στρατευμάτων της Γαλλίας, αποκτώντας έτσι τον υψηλότερο στρατιωτικό βαθμό που, μεταξύ άλλων, του έδινε το προνόμιο να είναι αυτός που θα έστεφε βασιλιά της Γαλλίας τον Κάρολο Ζ΄. Επιφορτίστηκε με τη μεταφορά του μύρου, το οποίο θα χρησιμοποιούταν στη στέψη, από το Παρίσι στη Reims.

Οι θρίαμβοι της Ιωάννας διαδέχονταν ο ένας τον άλλον και την εκτιμούσαν τόσο ο βασιλιάς όσο και ο λαός. Όπως ήταν φυσικό επακόλουθο αυτό θορύβησε του αυλικούς και άρχισαν να πιέζουν και να τη συκοφαντούν στον αδύναμο και μαλθακό βασιλιά. Στα χρόνια που ακολούθησαν η Ιωάννα συνελήφθη από τους Άγγλους και κάηκε στην πυρά στη Rouen, το 1431, με τη συγκατάθεση της Εκκλησίας και των ευγενών της Γαλλίας.

Κατά συρροή δολοφόνος
H δημόσια καριέρα του Gilles de Rais έληξε το 1432, με το θάνατο του Jean de Craon. Μετά τη στέψη του Καρόλου αποσύρθηκε στα κάστρα του (Machécoul, Malemort, La Suze, Champtoce και Tiffauges) όπου, μετά τα χρόνια της δόξας και της δράσης, η ζωή του φαινόταν απελπιστικά ανιαρή. Κατά τη διάρκεια του επόμενου χρόνου, σύμφωνα με τη μεταγενέστερη ομολογία του, ξεκίνησε τη σεξουαλική κακοποίηση και τις δολοφονίες των αγοριών.

Παρέσυρε τα νεαρά αγόρια, με κάποια πρόφαση, σε ένα από τα κάστρα, όπου ο Gilles τα κρεμούσε με ένα σχοινί ή αλυσίδα από το ταβάνι. Πριν χάσουν τις αισθήσεις τους τα κατέβαζε και τα διαβεβαίωνε πως δεν επρόκειτο να τους κάνει κακό. Στη συνέχεια τα έγδυνε και τα βίαζε, πριν ο ίδιος ή κάποιος από τους έμπιστους ακολούθους του τους κόψει το λαιμό ή –ακόμα- τα αποκεφαλίσει.
Ένα από αυτά τα αγόρια ήταν ένα όμορφο παιδί που ονομαζόταν Poitou. Παρασύρθηκε στο κάστρο και βιάστηκε και στη συνέχεια ο Gilles ετοιμάστηκε να του κόψει το λαιμό. Ο ξάδελφός του, Gilles de Sille, παρατήρησε πως ο νεαρός ήταν πολύ όμορφος και θα ήταν τέλειος για ακόλουθος. Έτσι στον Poitou χαρίστηκε η ζωή και έγινε ένας από τους πιο πιστούς ακολούθους του Gilles de Rais.
Ο Gilles ήταν γενναιόδωρος υποστηρικτής της Εκκλησίας, χτίζοντας αρκετά παρεκκλήσια και έναν καθεδρικό ναό, με αποτέλεσμα να υπάρχουν πάντα κληρικοί που εξυπηρετούσαν τους ανθρώπους του. Καθώς τα πλούτη του μειώνονταν, άρχισε να χρησιμοποιεί το χρυσάφι των εκκλησιών του, όχι λόγω έλλειψης πίστης αλλά λόγω έλλειψης πόρων. Η ανάγκη του για χρήματα τον έκανε να πέσει θύμα διαφόρων ψευδοαλχημιστών, χωρίς ποτέ να αντιληφθεί την εις βάρος του κοροϊδία.
Ο Gilles δεν ενδιαφερόταν μόνο για την απόκτηση χρήματος μέσω της αλχημείας, αλλά ήθελε επίσης και εξουσία. Πείστηκε πως κάποιος δαίμονας, στον οποίο θα πουλούσε την ψυχή του, θα μπορούσε να τον κάνει τον ισχυρότερο άνδρα στη Γαλλία. Έτσι έστειλε τον έμπιστο κληρικό του Blanchet να βρει κάποιον, ο οποίος μπορούσε να ελέγξει τις σκοτεινές δυνάμεις του κάτω κόσμου. Ο Blanchet βρήκε έναν τέτοιο άνδρα στην Ιταλία: έναν γάλλο που άκουγε στο όνομα François Prelati.
O Prelati ήταν ένας όμορφος νεαρός άνδρας 22 ετών, μάγος και τσαρλατάνος, που ενέπνεε εμπιστοσύνη και απέπνεε γοητεία και –επίσης- ομοφυλόφιλος. Ήταν έξυπνος, μιλούσε καλά λατινικά, ιταλικά και γαλλικά και ο Gilles γοητεύτηκε μαζί του. Η συμπεριφορά και οι αντιδράσεις του 33χρονου Gilles απέναντι στο νεαρό Prelati ήταν αυτές ενός ερωτευμένου ατόμου. Δεν αντιλαμβανόταν πως ο Prelati τον θεωρούσε αφελή και εκμεταλλευόταν τη φιλοξενία του.
Σε ηλικία 36 ετών ο Gilles είχε αποσυρθεί από τη στρατιωτική του καριέρα και όντας πολιτικά ανίκανος, έμοιαζε με πληγωμένο καρχαρία που ψάχνει απεγνωσμένα για τροφή. Δεν είχε πραγματικούς συμμάχους ούτε χρήματα να εξοπλίσει στρατό. Περπατούσε σε λεπτό πάγο μπροστά στην παντοδύναμη Εκκλησία και, το χειρότερο όλων, ήταν πολλοί αυτοί που εποφθαλμιούσαν τις ιδιοκτησίες του. Όπως τα αρπακτικά τριγυρίζουν τα αδύναμα ζώα, έτσι και οι εχθροί του Gilles περίμεναν την κατάλληλη στιγμή για να επιτεθούν. Οι μέρες του Gilles ήταν μετρημένες και τίποτα, υπερφυσικό ή όχι δεν μπορούσε να αλλάξει την κατάσταση.
Έρευνα, δίκη και εκτέλεση
Στις 15 Μαΐου του 1440, ο Rais απήγαγε τον κληρικό Jean le Ferron, κατά τη διάρκεια μιας λογομαχίας στην εκκλησία του Saint-Étienne–de–Mer–Mort. Αυτό πυροδότησε μιαν έρευνα εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου της Nantes, κατά τη διάρκεια της οποίας οι ερευνητές έφεραν στο φως αποδείξεις για τα εγκλήματα του Rais. Στις 29 Ιουλίου ο Αρχιεπίσκοπος κοινοποίησε τα αποτελέσματα της έρευνας και εξασφάλισε την άδεια του πρώην προστάτη του Rais, Δούκα της Βρεττάνης, να τον διώξει ποινικά.

Στις 24 Αυγούστου ο Jean le Ferron απελευθερώθηκε από δουκικά στρατεύματα, υπό την καθοδήγηση του Arthur de Richemont. Ο Gilles de Rais και οι συνένοχοί του συνελήφθησαν στις 15 Σεπτεμβρίου, μετά από μια κοσμική έρευνα που διασταύρωσε τα ευρήματά της με εκείνα της εκκλησιαστικής. Ο Rais μπορούσε να προσαχθεί σε αμφότερα το κοσμικό και εκκλησιαστικό δικαστήριο με κατηγορίες που συμπεριλάμβαναν τη δολοφονία, το σοδομισμό και την αίρεση.
Οι εκτεταμένες καταθέσεις των μαρτύρων έπεισαν το δικαστήριο πως είχαν αρκετά στοιχεία για να καταδικάσουν τον κατηγορούμενο. Μετά την παραδοχή των εγκλημάτων του, στις 21 Οκτωβρίου, το δικαστήριο ματαίωσε τον προγραμματισμένο βασανισμό του, προκειμένου να ομολογήσει. Τα πρακτικά, τα οποία περιελάμβαναν καταθέσεις πολλών από τους γονείς των εξαφανισμένων παιδιών, καθώς και λεπτομερείς περιγραφές των φόνων από τους συνενόχους του Rais, ήταν τόσο φρικιαστικά που οι δικαστές έδωσαν εντολή να σβηστούν οι πιο ειδεχθείς από αυτές.
Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων του Gilles de Rais δεν είναι γνωστός, καθώς τα περισσότερα από τα πτώματα θάβονταν ή καίγονταν. Γενικά του αποδίδονται από 80 έως 200 δολοφονίες (μερικοί μιλούν για 600), καθιστώντας τον έναν από τους πιο παραγωγικούς κατά συρροή δολοφόνους όλων των εποχών. Οι ηλικίες των θυμάτων του ανέρχονταν από τα 6 έως τα 18 χρόνια και συμπεριλάμβαναν και τα δύο φύλλα, με τα αγόρια να υπερέχουν αριθμητικά.

Στις 23 Οκτωβρίου το κοσμικό δικαστήριο καταδίκασε τους συνενόχους του Rais, Henriet και Poitou. Στις 25 Οκτωβρίου το εκκλησιαστικό δικαστήριο αφόρισε τον Rais για να ακολουθήσει, την ίδια ημέρα, και η καταδικαστική απόφαση του κοσμικού δικαστηρίου. Ο Gilles de Rais, με δάκρυα στα μάτια, μετανόησε για τα κρίματά του και το εκκλησιαστικό δικαστήριο ακύρωσε τον αφορισμό και του επέτρεψε να μεταλάβει. Στην απόφαση του κοσμικού δικαστηρίου δεν επήλθε καμία μεταβολή. Στις 26 Οκτωβρίου του 1440, ο Gilles de Rais, o Henriet και ο Poitou πέθαναν στις αγχόνες της Nantes.
Παράρτημα
1. Κάποιοι πιστεύουν πως ο Gilles de Rais παγιδεύτηκε με τις κατηγορίες του φόνου και της αίρεσης από εκκλησιαστικούς κύκλους, προκειμένου να οικειοποιηθούν την κτηματική του περιουσία. Η θεωρία αυτή αμφισβητείται από τους περισσότερους ιστορικούς, καθώς η ίδια η εκκλησία δεν είχε πιθανότητες να πάρει τη γη του Rais. Οι τίτλοι ιδιοκτησίας πέρασαν, τελικά, στον Δούκα της Βρεττάνης, ο οποίος τους διένειμε μεταξύ ευγενών, συμπεριλαμβανομένου και του Arhtur de Richemont.
Επιπροσθέτως, η ετυμηγορία της ενοχής του Gilles βασίστηκε στις λεπτομερείς καταθέσεις αυτόπτων μαρτύρων και στις μαρτυρίες των γονιών των θυμάτων, γεγονός που σημαίνει πως αν όντως υπήρχε συνομωσία για την καταπάτηση των γαιών του Gilles, αυτή θα έπρεπε να επεκτείνεται και στους συνενόχους του αλλά και σε άλλους ανθρώπους καθώς και σε υψηλά ιστάμενους κληρικούς και κοσμικούς. Στην πραγματικότητα ο Δούκας της Βρεττάνης, επί μακρόν προστάτης του Gilles, ο οποίος είχε να κερδίσει και τα περισσότερα από μια τέτοια συνωμοσία, πείστηκε να προχωρήσει στη δίκη του Rais μετά από την ολοκλήρωση των δύο ερευνών, της εκκλησιαστικής και της κοσμικής.
2. Η ανθρωπολόγος Margaret Murray και ο αποκρυφιστής Aleister Crowley είναι ανάμεσα σ’ εκείνους που αμφισβητούν το ρόλο των εκκλησιαστικών και κοσμικών αρχών στην υπόθεση. Η Murray, στο βιβλίο της The Witch–Cult of Western Europe (σελ. 173-174), υποθέτει πως ο Rais ήταν μάγος και οπαδός μιας λατρείας γονιμότητας, επικεντρωμένης στην παγανιστική θεά Άρτεμη. Σύμφωνα με τη Murray «ο Gilles de Rais δικάστηκε και εκτελέστηκε ως μάγος και, επίσης, πολλά σημεία που στη δίκη του έμειναν ανεξήγητα μπορούν να εξηγηθούνε με την λατρεία της Αρτέμιδος». Η πλειοψηφία των ιστορικών απορρίπτει τη θεωρία της Murray και δεν θεωρεί τον Rais ή την Ιωάννα της Λωραίνης ως μάρτυρες. Οι σύγχρονοι ιστορικοί αντιμετωπίζουν την Ιωάννα ως μια ένθερμη καθολική που καταδικάστηκε για πολιτικούς λόγους και τον Gilles ως ευσεβή καθολικό που κύλησε στην εξαχρείωση και το έγκλημα.
3. Το βρεττανικό metal συγκρότημα Craddle of Filth κυκλοφόρησαν μόλις το άλμπουμ τους Godspeed on the Devil‘s Thunder, το οποίο είχε ως πηγή έμπνευσης το Gilles de Rais.
Βιβλιογραφία
Bataille, Georges. The Trial of Gilles de Rais Amok Books.
Βenedetti, Jean. Gilles de Rais. Stein and Day.
Bordonove, Georges. Gilles de Rais. Pygmalion.
Cebrián, Juan Antonio. El Mariscal de las Tinieblas. La Verdadera Historia de Barba Azul. Temas de Hoy.
Genet, Jean. The Thief’s Journal, p.45. Grove Press.
Huysmans, Joris K. La Bas (Down There).
DoverHyatte, Reginald. Laughter for the Devil: The Trials of Gilles De Rais, Companion-In-Arms of Joan of Arc (1440).
Fairleigh Dickinson Univ PressMorgan, Val. The Legend of Gilles De Rais (1404-1440) in the Writings of Huysmans, Bataille, Plancon and Tournier (Studies in French Civilization, 29) Edwin Mellen Press.
Nye, Robert. The Life and Death of My Lord, Gilles de Rais. Time Warner Books.
Wolf, Leonard. Bluebeard: The Life and Times of Gilles De Rais. Potter.
Hubert Lampo, Le Diable et la Pucelle, 163 p., Presses universitaires du Septentrion, 2002
Οικόσημα, θυρεοί και εμβλήματα του Gilles de Rais.
Η ουσία είναι ότι τιμωρήθηκε για ότι έκανε σε παιδιά.
Νίνα για άλλη μια φορά έκανες εξαιρετική δουλειά! 😀
Η ουσία είναι αυτοί οι στίχοι:D
«Here sat Babylon
fattened by the purses of the worst and wrong
where the decadent tastes of hell grew strong
like a curse upon
this tragic kingdom
Dusk descended like a final curtain
On this stage only death was certain
Singing through the turrets
Like a velvet serenade
Played near a grave
Sentries and gentry, afforded the bloom
Of a red setting sun and a bloodletting moon
Applauded, then accorded them
Portents of doom
Almost too soon…
They pissed upon the winds
That rocked the cradles
Laughing over the hovels grovelling to wolves
They kissed and sinned
Under overstocked tables
As the world outside grew sodden and mauled
here sat Babylon
fattened by the purses of the worst and wrong
where the decadent tastes of hell grew strong
like a curse upon
this tragic kingdom
Gilles sat sipping damson absinthe
From a goblet made of bone
As lightning ripped and danced upon
The flagstones
Wayward fantasies marched on home
Now the treetops bowed to whisper
In a thin Disney veneer
They knew the howls so exquisitely honed
Were those of children disappeared
They’d listened to the winds
Heard the murdered Abel
Re-christened in the stone jaws of Tiffauges
Where the list of sins
Grew beyond fable
They now roared abroad, restless with debauch
Restless with debauch
This tragic kingdom
Would see Gods angels walk
Away
Satanic, enigmatic
His black magic was ecstatic
Megalomanic in titanic displays
Dressed in the best
Wicked britches of the West
He cut a mourning figure in a glorious swathe
But all his nightmares would come true
Drowning in a stream of unbounded pleasure
Here sat Babylon
Fattened by the purses of the worst and wrong
Where the decadent tastes of Hell grew strong
Like a curse upon
This tragic kingdom
A curse upon
This tragic kingdom
The moon blared through the skeletal trees
Averting her face from congenital deeds
Thus eves grew murky, haunted, grieved
About this place laced with demon seed
Blanchet, a priest, his book of lies
Exonerated him from Giles crimes
Announced his fears, one night of sighs
A night for cursing nursery rhymes
In the light of fire wrestling feckless shadows
(The tracks get blacker for this tragic kingdom)
Gilles frightening wealth, his tightening grip
On the weak and the rubies that his coffers let slip
Steered to near running in successive years
Of the most of excess and the best of it here
In the light of the fire wrestling reckless shadows.»
CRADLE OF FILTH
HAILS TO GILLES:D
Καλά να του κάνουνε, έπρεπε να τον ρίξουν στην πυρά, όχι στην αγχόνη…
Well, anyway, my darkest hails to Gilles:D
@Τhe Mirror, με κάνετε και σκιάζομαι! 😛
Την καλησπέρα μου στους υπόλοιπους! 🙂
😀
Best Regards to you all!
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορία, όπως πάντα άλλωστε!
Ήταν εντελως σαικο ο τυπος .
ΤΙΡ: Ο Μαρκησιος ντε Σαντ δήλωνε σε πολλα του έργα ότι τον θαυμαζε. Ισως μάλιστα οι ανατριχιαστικες σκηνες βιασμών και εκτελεσης παιδιων που περιγραφει στις 120 μερες στα Σοδομα ειναι εμπνευσμενες απο τα εγκληματα του Gilles
Ενδιαφερων . Αλλα οσο για τα σημεια στο τελος δεν εξισες ουτε την επιφανια . Ο Gilles , ηταν ενας ηρωας περα απο σπουδεος ανθρωπος . Ναι ήταν μάγος και οπαδός μιας λατρείας της Μόριγκαν ομως θεας του πολέμου και της βλάστησης .
@Shlfegor, όπως διαπιστώσατε, στο άρθρο μου συμπεριλαμβάνω και την αντίθετη άποψη, ότι ο Rais κυνηγήθηκε για θρησκευτικούς λόγους, δικάστηκε και καταδικάστηκε ως αιρετικός. Όμως, επιτρέψτε μου, η άποψη της συντριπτικής πλειοψηφίας των απανταχού ιστορικών, επιμένει στην βεβαιότητα ότι επρόκειτο για έναν σειριακό, διεστραμμένο δολοφόνο, γεγονός που δεν αναιρείται από τον πρότερο, ένδοξο βίο του.
Απαίσιος άνθρωπος. Όχι μόνο παιδεραστής, αλλά και ομοφυλόφιλος. Ο χειρότερος συνδυασμός χαρακτήρα που μπορεί να υπάρξει, κατ’ εμέ έστω.
(Ιστορική παρένθεση: Βέβαια, τουλάχιστον από την κλασσική αρχαιότητα μέχρι κάποιο χρονικό σημείο στην ιστορία, η παιδεραστεία ήταν μέσα στη ζωή σαν κάτι το κοινωνικά αποδεκτό/φυσιολογικό (π.χ. μυστήρια όπως καβείρια, ελευσίνια, διονύσια), συζυγική συμβίωση σε μικρή ηλικία, αλλά όλα αυτά χωρίς βιασμούς ή σκοτώματα και μάλιστα σε κλίμα τελετουργικό/λατρευτικό/συζυγικό.)
Άν μπορούμε να του βρούμε μονάχα ένα ελαφρυντικό, ίσως είναι το εξής: Φημολογείται πως είχε ερωτευτεί παράφορα την Ιωάννα της Λωραίνης, και πως την θαύμαζε και την έβλεπε σαν να ήταν «θεά». Δεν ξέρουμε αν αυτό ήταν αμοιβαίο κι αν οδήγησε σε κάτι βαθύτερο. Όμως αν αυτό αληθεύει, μπορούμε να φανταστούμε πώς θα ένοιωσε όταν θα παρακολούθησε το θάνατό της. Πολλοί ιστορικοί ισχυρίζονται πως μετά από αυτά τα γεγονότα άρχισε να «ξεφεύγει» στη ζωή του και στα λογικά και να κάνει όλα αυτά που τον έκαναν πασίγνωστο.
Η τεχνική του πλούσιου που κάνει δωρεές και απαλάσσεται διά βίου από τη φορολογία που του αναλογεί, δυστυχώς δεν είχε εφευρεθεί από τότε, αντίθετα με σήμερα. Ήταν και σπάταλος/επειδειξίας, δεν ήθελε και πολύ να μείνει ξεκρέμαστος. Οι «αλχημιστές» που τον πλαισίωναν ήταν καθαρά απατεώνες.
(Ιστορική/αποκρυφιστική παρένθεση: Τα περί αλχημίας είναι ένα άλλο ζήτημα, και παρ’ όλο που υπάρχουν εκθέματα σε ευρωπαϊκά μουσεία που ισχυρίζονται ότι είναι αποτελέσματα πειραμάτων (άλλα επιτυχή και άλλα όχι) αλχημιστών, και πως μάλιστα κάποιες ριζικές μεταβολές μοριακής δομής/σύστασης με χρήση κάποιας ουσίας σαν καταλύτη ανρίδρασης είναι αποδεκτές και από τη σύγχρονη χημεία, ωστόσο αυτοί που «πέτυχαν τους σκοπούς τους» σε αυτήν την «τέχνη», πήραν τα μυστικά στον τάφο τους (Flammel, Paracelsus) και οι άνθρωποι που πλαισίωσαν τον Gilles δεν ήταν σίγουρα από αυτούς που «κάτι είχαν βρει σίγουρα», και ήταν και κατά πολύ μεταγενέστεροι.)
Τέλος για αυτόν που είπε ότι έπρεπε να τον κάψουν στην πυρά, θα διαφωνήσω για δύο λόγους:
1) Η φωτιά «εξαγνίζει», τουλάχιστον με τις πεποιθήσεις των αρχαίων, δεν είναι το ιδανικό μέσω θανάτωσης ενός εγκληματία, και μάλιστα στυγνού.
2) Ας αναλογιστούμε πρώτα τί δικαίωμα έχουμε να κρίνουμε εμείς τους άλλους. Προτείνω να κοιτάξουμε τον εαυτό μας πρώτα. «Ο πρώτος αναμάρτητος τον λίθω βαλέτω». Όλοι είμαστε άνθρωποι, αμαρτωλοί και με άσχημες πτυχές της προσωπικής μας ζωής, κανείς μας δεν είναι ούτε τέλειος ούτε άγιος. Άλλος θα μας κρίνει και είναι η δουλειά του να ασχολείται με αυτά, είτε πιστεύει κανείς, είτε δεν πιστεύει, είτε δεν πιστεύει σε τίποτα.-