Οι φόνοι του Hinterkaifeck

Hinterkaifeck 1
Hinterkaifeck

Της Νίνας Κουλετάκη

Το Σάββατο, 31 Μαρτίου 1922, η Maria Baumgartner, 45 ετών από την περιοχή του Aichach στη Γερμανία, έφτασε στη μικρή πόλη του Kaifeck για να αναλάβει τα καινούργια της καθήκοντα, ως υπηρέτρια, στην οικογένεια των Gruber. Η δουλειά αυτή δεν ήταν δική της επιλογή όπως, εξάλλου, και οτιδήποτε άλλο στη βασανισμένη της ζωή.

Η Maria ήταν μια γυναίκα με νοητικά και κινητικά προβλήματα, που πέρασε όλη της τη ζωή κάτω από την προστασία και την φροντίδα των γονιών της, χωρίς ποτέ να παντρευτεί και να αποκτήσει δική της οικογένεια. Όταν εκείνοι έφυγαν από τη ζωή, η αδελφή της Franziska δεν ήταν διατεθειμένη να αναλάβει αυτή την υποχρέωση: η Maria θα έπρεπε να ανεξαρτητοποιηθεί και να γίνει υπεύθυνη για τον εαυτό της.

Μια γυναίκα, αρκετά μεγάλη ήδη για τα δεδομένα της εποχής, με το ιατρικό ιστορικό της Maria, δεν είχε πολλές επιλογές ως προς την επιλογή του επαγγέλματος που θα ακολουθούσε. Η νοητική της υστέρηση δεν ήταν τόσο μεγάλη ώστε να μην μπορεί να κατανοεί εντολές και η κινητική της να της επιτρέπει να τις εκτελεί. Η Maria ανέλαβε να περιποιείται μια ηλικιωμένη κυρία στο Unterwittelsbach. Όμως αυτό δεν επρόκειτο να κρατήσει πολύ. Είτε γιατί η οικογένεια της γερόντισσας την βρήκε ανεπαρκή, είτε γιατί –το πιθανότερο- ο δήμαρχος της πόλης αντέδρασε έντονα στην εγκατάσταση ενός ατόμου με τα προβλήματα της Maria στο «φέουδό» του. Και δεν νομίζω πως γίνομαι εμπαθής αν σχολιάσω πως δεν είναι τυχαίο που ο φασισμός θα ανθούσε στην Γερμανία μια δεκαετία, περίπου, αργότερα.

Το kaifeck σε χάρτη της εποχής
Το Κaifeck σε χάρτη της εποχής

Έτσι η Franziska βρίσκει για την αδελφή της τη θέση στους Gruber. Η πενταμελής οικογένεια έμενε σε ένα απομονωμένο αγρόκτημα, έξω από την πόλη του Kaifeck, το οποίο περιελάβανε μια αρκετά μεγάλη έκταση γης, στάβλους και βοηθητικούς χώρους και –φυσικά- το Hinterkaifeck, όπως το αποκαλούσαν οι ντόπιοι, το σπίτι της οικογένειας. Αυτό που η Maria δεν γνώριζε, εκείνο το Σάββατο του Μάρτη του 1922, καθώς περνούσε το κατώφλι του σπιτιού των Gruber στο Kaifeck, ήταν πως αυτή θα ήταν και η τελευταία ημέρα της ζωής της.

Το Kaifeck ήταν μια μικρή κωμόπολη, 70 χμ βόρεια του Μονάχου, που σήμερα δεν υπάρχει καθώς το 1971 ενσωματώθηκε στον δήμο του Waidhofen. Ήταν τριγυρισμένη από πυκνό δάσος κωνοφόρων δέντρων και το Hinterkaifeck βρισκόταν στο πιο απομακρυσμένο σημείο της.

Ο Andreas Gruber, 64 ετών, ζούσε στο Hinterkaifeck με την –κατά εννέα χρόνια μεγαλύτερη- γυναίκα του Cäcilie, την χήρα κόρη του Viktoria Gabriel, 35 ετών και μοναδικό από τα τέσσερα παιδιά του ζεύγους που έφτασε μέχρι την ενηλικίωση, και τα δύο της παιδιά, την επτάχρονη Cäcilie -που είχε το όνομα της γιαγιάς της- και τον μόλις τριών ετών Josef. Η Viktoria είχε επιστρέψει στο πατρικό της τον Δεκέμβριο του 1914, όταν ο σύζυγός της Karl Gabriel σκοτώθηκε στα χαρακώματα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ένα μήνα μετά τον θάνατό του η Viktoria έφερε στον κόσμο την κόρη τους Cäcilie. Με την επιστροφή της ο Gruber της μεταβίβασε την ψιλή κυριότητα του Hinterkaifeck, κρατώντας για τον εαυτό του την επικαρπία.

1. Οικογένεια Gruber
Οικογένεια Gruber

Το 1920 η Viktoria γέννησε τον Josef. Η ίδια, αρχικά, δεν αποκάλυψε το όνομα του πατέρα του παιδιού, αλλά όταν οι κάτοικοι του Kaifeck άρχισαν να βρίσκουν ομοιότητες ανάμεσα στον μικρό και στον παππού του, ισχυρίστηκε πως πατέρας του ήταν ο Lorenz Schlittenbauer, ιδιοκτήτης γειτονικής φάρμας, από τον οποίο έφτασε στο σημείο να ζητήσει δικαστικά διατροφή για το παιδί.

Να κάνουμε σ’ αυτό το σημείο μια παρένθεση και να πούμε ότι τα κουτσομπολιά των συγχωριανών των Gruber, περί ανησυχητικής ομοιότητας του μικρού με τον παππού του, είχαν σοβαρή βάση. Το 1917 ο Andreas Gruber είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση ενός έτους για αιμομικτική σχέση με την ενήλικη κόρη του. Η Viktoria φυλακίστηκε για έναν μήνα. Εντούτοις, και παρά αυτό το γεγονός, ο Andreas Gruber ήταν απόλυτα αποδεκτός από τους συντοπίτες του και πάντα καλοδεχούμενος στα ταβερνεία του Kaifeck. Η Cäcilie ήταν μια ταλαιπωρημένη ηλικιωμένη γυναίκα η οποία, συχνότατα, εμφανιζόταν στην αγορά του Kaifeck γεμάτη σημάδια. Ήταν κοινό μυστικό ότι ο Andreas κακοποιούσε την δύστυχη γυναίκα.

Οι Gruber είχαν πάντα μια γυναίκα στο σπίτι να βοηθάει με τις δουλειές, αλλά η τελευταία είχε παραιτηθεί έξι μήνες νωρίτερα, καθώς ισχυριζόταν πως το σπίτι ήταν στοιχειωμένο. Συχνά από την σοφίτα ακούγονταν περίεργοι θόρυβοι και χάνονταν πράγματα από διάφορους χώρους του σπιτιού. Καμία γυναίκα από το χωριό δεν ήθελε να πάει για δουλειά στους Gruber μέχρι τη στιγμή που βρέθηκε η Maria η οποία αγνοούσε τόσο τις περί στοιχειώματος προκαταλήψεις, όσο και την σκοτεινή ιστορία των μελλοντικών της αφεντικών. Δέχτηκε τη θέση και δολοφονήθηκε την ίδια μέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά της.

H σοφίτα του Hinterkaifeck
H σοφίτα του Hinterkaifeck

Λίγες ημέρες πριν τις δολοφονίες, ο Andreas Gruber κατέβηκε στο χωριό για να κάνει κάποιες δουλειές και να πιει μια –ή και περισσότερες- μπύρες με τους φίλους του. Εκεί τους ανέφερε ότι στο σπίτι ακούγονταν μυστηριώδεις θόρυβοι, σαν βήματα στη σοφίτα, τρόφιμα εξαφανίζονταν και μια εφημερίδα, την οποία δεν είχε αγοράσει αυτός, βρέθηκε στο τραπέζι της κουζίνας. Επίσης μια αρμαθιά με τα κλειδιά του σπιτιού και των υποστατικών είχε χαθεί και δεν μπόρεσαν να την βρουν πουθενά. Το πιο ανησυχητικό όμως απ’ όλα, ήταν τα ίχνη στο παχύ χιόνι που είχε ανακαλύψει ο Gruber και τα οποία κατευθύνονταν από το δάσος στο σπίτι, χωρίς όμως να συμβαίνει και το ανάποδο. Δεν ανήκαν σε κανένα από τα μέλη της οικογένειας ούτε είχαν δεχθεί κανέναν επισκέπτη.

Με την οικονομική κρίση να μαστίζει τις πόλεις και την μεσαία τάξη της Γερμανίας να έχει σχεδόν καταστραφεί ολοκληρωτικά (είδαν, με τον πληθωρισμό, οικονομίες μιας ζωής να αποκτούν την αξία ενός εισιτηρίου λεωφορείου), πολλοί ήταν εκείνοι που κατέφευγαν από τις μεγαλουπόλεις στην ύπαιθρο της Γερμανίας, ελπίζοντας σε καλύτερες ημέρες. Τα χωριά δέχονταν καθημερινά άνδρες με ένα δισάκι στον ώμο, που αναζητούσαν στέγη και δουλειά στις φάρμες. Οι συμπότες του Andreas Gruber του είπαν ότι ίσως ένας από αυτούς να είχε βρει καταφύγιο στο σπίτι του «αλλά επειδή κανείς δεν ήξερε τι καρυδιάς καρύδι θα ήταν», προσφέρθηκαν να του δανείσουν ένα από τα κυνηγετικά τους τουφέκια. Ο Gruber αρνήθηκε και κανείς δεν σκέφτηκε να ειδοποιήσει την αστυνομία. Εξάλλου ο καθένας τους ήταν ικανός να αντιμετωπίζει μόνος του τα προβλήματά του.

Hinterkaifeck
Hinterkaifeck

Η Viktoria Gabriel, κατά γενική ομολογία, «τραγουδούσε σαν άγγελος» και ήταν το καμάρι της εκκλησιαστικής χορωδίας του χωριού. Έτσι, η απουσία της από την εκκλησία, την Κυριακή 2 Απριλίου, έγινε αισθητή από όλους. Όταν την Δευτέρα 3 Απριλίου η μικρή Cäcilie δεν εμφανίστηκε στο σχολείο της, οι γείτονες άρχισαν να ανησυχούν. Όλες αυτές τις ημέρες έβλεπαν καπνό να βγαίνει από τις καμινάδες των τζακιών του σπιτιού και τα ζώα τους είχαν ταϊστεί και ποτιστεί. Η οικογένεια, όμως, είχε να δώσει σημεία ζωής από την Παρασκευή.

Την Τρίτη, 4 Απριλίου 1922, μια ομάδα από κατοίκους του Kaifeck αποφάσισε να πάει μέχρι το Hinterkaifeck, προκειμένου να ανακαλύψει τι είχε συμβεί. Αυτό που θα αντίκρυζαν ήταν τόσο φρικτό ώστε, μέχρι σήμερα, οι φόνοι του Hinterkaifeck παραμένουν ένα από τα πιο ζοφερά και σοκαριστικά άλυτα εγκλήματα στην Γερμανία. Κανείς δεν γνωρίζει με ακρίβεια τι συνέβη εκείνη την νύχτα της Παρασκευής 31 Μαρτίου στο Hinterkaifeck και έχοντας περάσει σχεδόν εκατό χρόνια από τότε, το μόνο πρόσωπο που θα μπορούσε να ρίξει φως στην υπόθεση –ο δολοφόνος δηλαδή- είναι κι αυτός προ πολλού πεθαμένος.

Tο δωμάτιο όπου βρέθηκε το πτώμα της Maria
Tο δωμάτιο όπου βρέθηκε το πτώμα της Maria
Το δωμάτιο όπου βρέθηκε το πτώμα του μικρού Josef
Το δωμάτιο όπου βρέθηκε το πτώμα του μικρού Josef
Τα πτώματα στον αχυρώνα
Τα πτώματα στον αχυρώνα

Το πρώτο πτώμα ανακαλύφθηκε σε ένα από τα υπνοδωμάτια του σπιτιού, εκείνο της Maria Baumgartner. Η άτυχη γυναίκα ήταν νεκρή στο κρεβάτι της. Κοιμόταν όταν ο εκτελεστής της μπήκε και της επιτέθηκε. Μετά κάλυψε το πτώμα της με τα στρωσίδια του κρεβατιού.

Στο υπνοδωμάτιο της Viktoria βρέθηκε το πτώμα του μικρού Josef, με θανάσιμο τραύμα στο κεφάλι. Στη συνέχεια ο δολοφόνος κάλυψε το κορμάκι του με ένα από τα φορέματα της μητέρας του.

Τα πτώματα των υπολοίπων τεσσάρων μελών οικογένειας ανακαλύφθηκαν στον αχυρώνα της φάρμας. Από την εξέταση της σκηνής του εγκλήματος, οι ερευνητές κατέληξαν στα ακόλουθα συμπεράσματα.

Το όπλο του εγκλήματος
Το όπλο του εγκλήματος

Ο δολοφόνος (ή οι δολοφόνοι;) –που επιτέθηκαν κάποια νυχτερινή ώρα- με κάποιο τέχνασμα παρέσυρε τον Andreas, τις δυο Cäcilie και την Viktoria στον αχυρώνα, όπου τους εκτέλεσε, τον έναν μετά τον άλλον, χρησιμοποιώντας μιαν αξίνα ως όπλο. Όταν ολοκλήρωσε το φριχτό του έργο, στοίβαξε τα πτώματα του Andreas, της γυναίκας του και της κόρης του το ένα πάνω στο άλλο και τα σκέπασε με άχυρο.

Το πτώμα της μικρής Cäcilie βρέθηκε επίσης στον αχυρώνα, λίγο πιο μακριά από τα άλλα. Έφερε κι αυτό χτύπημα στο κεφάλι αλλά η ιατροδικαστική έρευνα αποκάλυψε πως η μικρή έζησε αρκετά μετά τον τραυματισμό της. Το παιδί, έχοντας τις αισθήσεις του, παρέμεινε για ώρες δίπλα στα πτώματα της οικογένειάς της, μέσα σε τρομερή αγωνία και φόβο. Από το άγχος και τον τρόμο είχε ξεριζώσει μόνη της τούφες από τα μαλλιά της.

Στη συνέχεια ο δολοφόνος, σαν μια διεστραμμένη παραλλαγή του εγγλέζικου παραμυθιού της Χρυσομαλλούσας και των Τριών Αρκούδων, εγκαταστάθηκε στο Hinterkaifeck, άναψε τα τζάκια, μαγείρευε και έτρωγε, κοιμήθηκε στα κρεβάτια των ενοίκων, τάισε τα ζώα και έλυσε τον σκύλο από την αλυσίδα του. Μέχρι την Τρίτη που οι χωρικοί πήγαν στο σπίτι είχε γίνει άφαντος.

Δημοσίευμα με φωτογραφία των φερέτρων των Gruber
Δημοσίευμα με φωτογραφία των φερέτρων των Gruber

Η αγριότητα του μακελειού σοκάρισε και ανατρίχιασε την τοπική κοινωνία και ξεπέρασε τα όριά της. Η αστυνομία, παρόλο που ακολούθησε όλα τα ίχνη, δεν κατάφερε να προσκομίσει έναν ισχυρό ύποπτο για το έγκλημα, γεγονός που την οδήγησε σε απονενοημένα και ασυνήθιστα διαβήματα.

Για την υπόθεση ανακρίθηκαν πάνω από εκατό άτομα (οι ανακρίσεις συνεχίστηκαν για πάρα πολλά χρόνια, φτάνοντας μέχρι το 1986). Καθώς δεν είχαν την παραμικρή ιδέα για το ποιος μπορεί να ήταν ο υπαίτιος των έξι δολοφονιών, έφτασαν στο σημείο να κόψουν τα κεφάλια των πτωμάτων και να τα στείλουν στο Μόναχο, προκειμένου να εξεταστούν από διάφορα μέντιουμ, μήπως μπορέσουν να αποκαλύψουν τον δολοφόνο! Φυσικά κάτι τέτοιο δεν κατέστη εφικτό και τα κρανία παρέμειναν στο Μόναχο μέχρι το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οπότε και χάθηκαν στη δίνη του. Τα ακέφαλα πτώματα των Gruber και της Maria Baumgartner βρίσκονται θαμμένα σε ομαδικό τάφο, με ένα μνημείο από πάνω.

Το μνημείο των Gruber
Το μνημείο των Gruber

Την εποχή του εγκλήματος κυκλοφόρησαν πολλές εικασίες για την υπόθεση. Μια από αυτές, αρκετά υπερβολική, υποστήριζε ότι ο Karl Gabriel, που είχε σκοτωθεί σε μάχη στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά το πτώμα του δεν είχε βρεθεί, είχε υποκριθεί τον θάνατό του και είχε λιποτακτήσει. Στη συνέχεια επέστρεψε σπίτι του, ανακάλυψε ότι η Viktoria είχε αποκτήσει παιδί εκτός γάμου και ξεκλήρισε την οικογένεια. Η θεωρία αυτή είναι ανυπόστατη, καθώς πολλοί συμπολεμιστές του Gabriel ήταν μάρτυρες στον θάνατό του. Εξάλλου ήταν κοινή πρακτική, στα πεδία των μαχών του ΠΠΠ, να μην είναι δυνατή –για πρακτικούς λόγους- η επίσημη αναγνώριση όλων των θυμάτων και να θάβονται σε ομαδικούς τάφους.

Πιο πιθανός ύποπτος ήταν ο Lorenz Schlittenbauer, ο γείτονας τον οποίο η Viktoria είχε υποδείξει ως πατέρα του γιου της και είχε μηνύσει ζητώντας διατροφή. Ο Schlittenbauer ήταν ανάμεσα στην ομάδα που είχε ανακαλύψει το έγκλημα. Βρισκόταν σε αντιπαλότητα με την οικογένεια, καθώς το 1919 είχε ισχυριστεί ότι η Viktoria εξακολουθούσε να έχει αιμομικτικές σχέσεις με τον πατέρα της κι ο Josef ήταν δικό του παιδί, κατηγορίες τις οποίες αργότερα απέσυρε. Πιθανότατα ο Schlittenbauer να είχε ένα ισχνό κίνητρο για τους φόνους, τίποτα όμως στη ζωή και στον χαρακτήρα του δεν άφηνε υπόνοιες ότι ήταν ικανός για ένα τέτοιο ειδεχθές έγκλημα.

Το 2007, φοιτητές μιας γερμανικής ακαδημίας της αστυνομίας, προσπάθησαν να διαλευκάνουν τους φόνους του Hinterkaifeck, χρησιμοποιώντας όλες τις σύγχρονες ιατροδικαστικές μεθόδους. Τα ευρήματά τους απάλλαξαν όλους τους υπόπτους από την αρχική έρευνα της δεκαετίας του ‘20, εκτός από έναν. Δεν αποκάλυψαν το όνομά του από σεβασμό στους επιζώντες συγγενείς του.

Ο Bill James και η κόρη του Rachel McCarthy James
Ο Bill James και η κόρη του Rachel McCarthy James

Το 2017 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Bill James και της κόρης του Rachel McCarthy James «The Man from the Train», όπου ισχυρίζονται ότι οι φόνοι στο Hinterkaifeck είναι πιθανό να συνδέονται με μια άλλη άλυτη πολλαπλή δολοφονία στην Αμερική, εκείνη της Villisca και των οικογενειών Mcore και Stillinger. Αφού ερεύνησαν ενδελεχώς πολλές παρόμοιες υποθέσεις στις Η.Π.Α., πιστεύουν ότι κατάφεραν να ανακαλύψουν τον ένοχο για μια σειρά δολοφονιών με τσεκούρι.

Ο Paul Mueller ήταν ένας γερμανός μετανάστης στην Αμερική ο οποίος, σύμφωνα με τους James, ήταν ο ένοχος για πολλούς άλυτους φόνους, κατά την διάρκεια των δύο πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα. Ολόκληρες οικογένειες είχαν δολοφονηθεί με τσεκούρι ή αξίνα μέσα στα σπίτια τους, ενώ στη συνέχεια ο δολοφόνος περνούσε ένα διάστημα στο σπίτι πριν φύγει. Σε όλες τις οικογένειες υπήρχε ένα κορίτσι προεφηβικής ηλικίας, όπως και στους Gruber.

Δημοσίευμα για το έγκλημα στη Villisca
Δημοσίευμα για το έγκλημα στη Villisca

Ο δολοφόνος του Hinterkaifeck είχε το ίδιο modus operandi με τον Mueller και διαμόρφωσε τη σκηνή του εγκλήματος με τον ίδιο τελετουργικό τρόπο. Την εποχή εκείνη οι λεπτομέρειες εγκλημάτων που είχαν γίνει στην Αμερική δεν έφταναν μέχρι την Ευρώπη, άρα ο δολοφόνος των Gruber δεν ήταν δυνατός να είναι αντιγραφέας. Και οι ομοιότητες μεταξύ των εγκλημάτων είναι τόσες πολλές και ισχυρές, που αποκλείεται να αποτελούν σύμπτωση.

Οι δολοφονίες στην Αμερική σταμάτησαν απότομα το 1912, και οι συγγραφείς ισχυρίζονται πως ο δολοφόνος είτε πέθανε, είτε φυλακίστηκε για άλλο έγκλημα ή διέφυγε στο εξωτερικό. Ο Mueller ήταν ανάμεσα στους υπόπτους το 1912, αλλά την ίδια εποχή εξαφανίστηκε. Οι συγγραφείς υποθέτουν ότι πιθανότατα επέστρεψε στη γενέτειρά του και επιδόθηκε εκ νέου στην εγκληματική του δραστηριότητα.

Αν οι James, πατέρας και κόρη, έχουν δίκιο, τότε ο Paul Mueller είναι ο ισχυρότερος ύποπτος για τους φόνους στο Hinterkaifeck. Πάντως, έναν αιώνα μετά, και η υπόθεση δεν έχει διαλευκανθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

81cDkuyrJEL

crime_and_punishment

Σχολιάστε