Jesse Pomeroy: το θύμα που έγινε θύτης – 1

Jesse Pomeroy
Jesse Pomeroy

Της Νίνας Κουλετάκη

Η αρχή

Ο Jesse Harding Pomeroy γεννήθηκε στις 29 Νοεμβρίου του 1859. Γονείς του ήταν ο Thomas και η Ruth Pomeroy, επίσης γονείς ενός μεγαλύτερου, κατά τέσσερα χρόνια, αγοριού, του Charles. Η τετραμελής οικογένεια νοίκιαζε ένα –σχεδόν ερειπωμένο- σπίτι στη Βοστώνη των ΗΠΑ.

Οι Pomeroys ήταν μια εξαθλιωμένη, προβληματική οικογένεια. Ο Thomas, ένας μονίμως θυμωμένος και μέθυσος άνδρας, σιχαινόταν τη δουλειά του στο τοπικό ναυπηγείο ενώ η Ruth, μια έξυπνη γυναίκα ταλαιπωρημένη από την σκληρή ζωή, ήταν πιο εργατική αλλά εξίσου κακότροπη.

Καθώς ο Jesse ήταν ένα ασθενικό παιδί με πολλά προβλήματα, η Ruth ήταν αναγκασμένη να τον φροντίζει διαρκώς. Όταν το αγόρι ήταν ενός έτους, μια σοβαρή οφθαλμική ασθένεια του άφησε ελλάτωμα στο ένα μάτι, που φαινόταν σκεπασμένο από μια μεμβράνη γαλακτερού χρώματος, Αυτό το «γαλατένιο» μάτι, έδινε στο δύστροπο μωρό μια περίεργη και απωθητική, για τον πολύ κόσμο, όψη.

Screen-Shot-2013-02-16-at-6.45.09-PMΟ Thomas έλεγε σε όλους ότι δεν άντεχε να αντικρίζει τον δεύτερο γιο του και, πολλές φορές, τον χτυπούσε βάναυσα ήδη από την τρυφερή ηλικία των δύο ετών. Εξαιτίας του διαρκούς τρόμου για τον πατέρα, μέσα στον οποίο ζούσε, ο μικρούλης Jesse άρχισε να παρουσιάζει διάφορα προβλήματα, όπως εξανθήματα, ισχυρούς πονοκεφάλους και αϋπνία. Όταν, με δυσκολία, κατάφερνε να κοιμηθεί πεταγόταν έντρομος από τους φριχτούς εφιάλτες που τον βασάνιζαν. Καθώς ο Thomas έδερνε και τον μεγαλύτερο γιο του Charles –ο οποίος ξεσπούσε τον θυμό του πάνω στον μικρότερο και αδύναμο Jesse- το δυστυχισμένο παιδί ζούσε μέσα σ’ έναν διαρκή τρόμο. Επίσης η Ruth απολάμβανε κι η ίδια συχνά την «τρυφερότητα» του αλκοολικού συζύγου της και υπήρξαν φορές –αν και ελάχιστες- που έβγαλε κι αυτή τον θυμό και την απογοήτευσή της πάνω στα δυο αγόρια.

Ruth Pomeroy
Ruth Pomeroy

Ένα παιδί που κακοποιείται γίνεται νευρικό και αδέξιο. Ο Jesse περπατούσε μ’ έναν περίεργο τρόπο, που γινόταν χαρακτηριστικότερος μέρα με τη μέρα, με σκυφτούς ώμους και καμπουριασμένος. Ένα παιδί, λοιπόν, που κακοποιείται τόσο βάναυσα σε καθημερινή βάση, έρχεται η στιγμή που νοιώθει επιτακτική την ανάγκη να ξεσπάσει τον συσσωρευμένο θυμό του και να διοχετεύσει την επιθυμία του για εκδίκηση σε κάποιον άλλον. Καθώς δεν μπορούσε να διανοηθεί να αντεπιτεθεί στον πατέρα του, ο οποίος όταν κουραζόταν να τον γρονθοκοπεί έπιανε τη ζωστήρα, ή στον μεγαλύτερο αδελφό του, ο Jesse αντιλήφθηκε ενστικτωδώς ότι θα έπρεπε ο αντίπαλος να είναι πιο αδύναμος από τον ίδιο. Κι όταν έγινε αυτή η συνειδητοποίηση, άρχισε η φρίκη.

Το θύμα γίνεται θύτης

Όταν ο Jesse ήταν πέντε ετών, έπιασε ένα από τα γατάκια των γειτόνων του και το μαχαίρωσε μ’ ένα μικρό μαχαίρι, απολαμβάνοντας τις κραυγές του ζώου. Μέχρι ο γείτονας να αντιληφθεί τι συνέβαινε και να επέμβει, το γατάκι ήταν ετοιμοθάνατο και ο Jesse είχε πέσει σε καταληψία. Κάποια άλλη στιγμή η Ruth Pomeroy έφερε στο σπίτι ένα ζευγάρι παπαγαλάκια, σε μιαν απελπισμένη προσπάθεια να κάνει πιο χαρούμενο το άθλιο σπιτικό. O Jesse, περίμενε να φύγει η μητέρα του και στη συνέχεια έστριψε τον λαιμό των πουλιών. Είχε ήδη εκδηλώσει ένα από τα σημάδια αναγνώρισης ενός μελλοντικού σειριακού δολοφόνου, την σκληρότητα απέναντι στα ζώα.

Όταν ο Jesse έφτασε σε ηλικία έξι ετών, ο πατέρας του άλλαξε επάγγελμα κι άρχισε να δουλεύει στην τοπική κρεαταγορά. Όλη την ημέρα κουβαλούσε πτώματα ζώων και το βράδυ έδερνε τους γιους του.

Παιδιά παίζουν μπάλα, μέσα 19ου αιώνα
Παιδιά παίζουν μπάλα, μέσα 19ου αιώνα

Μην φανταστείτε πως στο σχολείο τα πράγματα ήταν καλύτερα για τον Jesse. Ενώ στα διαλείμματα οι συμμαθητές του έπαιζαν μπάλα, ο καμπουριασμένος Jesse καθόταν σε μια γωνιά μόνος του, προσπαθώντας να επουλώσει τις πιο πρόσφατες πληγές του. Αλλά και μέσα στην τάξη τα πράγματα ήταν δύσκολα γι αυτόν. Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα κακοποιημένα παιδιά, η ονειροπόληση και η απόσπαση της προσοχής ήταν διαρκής, με αποτέλεσμα ο απαίδευτος και ανυποψίαστος δάσκαλος να τον χτυπά με το ραβδί, προκειμένου να κερδίσει την προσοχή του. Μην ξεχνάμε πως βρισκόμαστε στα μέσα του 19ου αιώνα, που οι περισσότεροι δάσκαλοι –αλλά και γονείς- πίστευαν πως τα παιδιά σωφρονίζονται μόνο με το ξύλο. Το αποτέλεσμα ήταν ο Jesse, που ένοιωθε στο σχολείο όπως και στο σπίτι, άρχισε να κάνει σκασιαρχείο, πηγαίνοντας μακρινές βόλτες μόνος του ή διαβάζοντας βιβλία, τα οποία αγόραζε με χρήματα κλεμμένα από το πορτοφόλι της μητέρας του. Η προσπάθειες του Jesse να ξεφεύγει από την άγρια πραγματικότητα της καθημερινότητάς του, ανταμοίβονταν από τον πατέρα του με το μαστίγιο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που το έσκασε από το σπίτι, για να αποφύγει τους ξυλοδαρμούς, όμως ο πατέρας του πάντα τον εύρισκε και τον έφερνε πίσω. Τον έσερνε στο υπόστεγο της αυλής, τον γύμνωνε και τον μαστίγωνε μέχρι να ματώσει.

Ήδη στο μυαλό του Jesse η απόφαση είχε παρθεί: έπρεπε από θύμα να γίνει θύτης. Έπιανε και βασάνιζε μικρά ζώα, πουλιά, γατάκια, σκυλάκια, από ένα σημείο και μετά όμως αυτό δεν του ήταν αρκετό. Άρχισε να φαντασιώνεται ότι προκαλεί πόνο σε ανθρώπους, τους οποίους θα μπορούσε να προσβάλει και λεκτικά την ώρα του βασανισμού, ακριβώς όπως έκανε ο πατέρας του στον ίδιο. Μια προσωρινή διέξοδος βρέθηκε σ’ ένα παιχνίδι που έπαιζαν τα παιδιά στην αυλή του σχολείου, για το οποίο ο Jesse έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον: καουμπόυδες και ινδιάνοι, όπου οι «άγριοι» ινδιάνοι έπιαναν και βασάνιζαν τους καουμπόυδες. Ο Jesse συμμετείχε με ενθουσιασμό, απαιτώντας πάντα να είναι ινδιάνος. Ήταν, όμως, τόσο σκληρός, βασανίζοντας αληθινά τους «αιχμαλώτους», οπότε τα υπόλοιπα αγόρια σύντομα τον απέκλεισαν από το παιχνίδι. Μένοντας, ξανά, μόνος του αναζήτησε παρηγοριά σε αναγνώσματα όπου περιγράφονταν σκηνές βασανισμού και σαδισμού και ονειρευόταν την στιγμή όπου θα είχε ένα ολόδικό του θύμα, να το βασανίσει σωματικά και λεκτικά. Παρόλο που είχε αρχίσει να αντιστέκεται στα χτυπήματα του μεγαλύτερού του αδελφού, πάντα έχανε και κατάλαβε ότι έπρεπε να αναζητήσει ένα θύμα, έναντι του οποίου θα υπερτερούσε σωματικά.

Illustration re corporal punishment of schoolmaster w. cane about to adminster a beating to two pupils. (Photo by Time Life Pictures/Mansell/Time Life Pictures/Getty Images)

Οι βασανισμοί

Η πρώτη ευκαιρία του δόθηκε την δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων του 1871. Ο Jesse ήταν δώδεκα ετών και αρκετά ψηλός για την ηλικία του. Συνάντησε τον τρίχρονο Billy Paine, o οποίος έπαιζε χωρίς την επιτήρηση κάποιου ενήλικα, και με ένα πρόσχημα έπεισε τον μικρό να τον ακολουθήσει. Τον οδήγησε σ’ ένα έρημο κτήριο, τον έγδυσε και τον κρέμασε, δεμένο από τους καρπούς, από ένα δοκάρι της οροφής. Το παιδάκι ήταν, ήδη, τρομοκρατημένο, έτσι ακριβώς όπως το προτιμούσε ο Jesse. Τον χτύπησε στην πλάτη μ’ ένα ραβδί, ξανά και ξανά, μέχρι να ματώσει, όπως χτυπούσε τον ίδιο ο πατέρας του. Όπως αποκαλύψθηκε αργότερα ο Jesse είχε τον πρώτο του οργασμό. Βασανίζοντας τον Billy. Τον παράτησε να κρέμεται εκεί κι έφυγε, Ένας περαστικός άκουσε τα κλάμματα του μικρού και τον έσωσε, πριν να ήταν πολύ αργά. Ο Billy βρισκόταν σε σοκ μετά από αυτό που του είχε συμβεί και το νεαρό της ηλικίας δεν του επέτρεπε να δώσει σαφείς εξηγήσεις ή να περιγράψει αυτόν που τον είχε βασανίσει. Ο Jesse την είχε γλιτώσει.

Δυο μήνες αργότερα, την 21η Φεβρουαρίου του 1872, ο Jesse συνάντησε ένα επτάχρονο αγόρι, τον Tracy Hayden, και τον παρέσυρε σε μια εγκαταλελειμμένη αποθήκη, όπου τον ξεγύμνωσε και τον φίμωσε μ’ ένα μαντήλι, καθώς είχε αντιληφθεί, από την προηγούμενη φορά, ότι για δική του ασφάλεια οι φωνές του θύματός του δεν έπρεπε να ακούγονται. Η ευχαρίστησή του περιοριζόταν, αλλά ήταν ένα μέτρο που ήταν αναγκασμένος να πάρει. Όπως είχε κάνει και με τον Billy, κρέμασε το παιδί από ένα δοκάρι και άρχισε να το χτυπά. Αυτή τη φορά τα χτυπήματα ήταν σφοδρότατα, με αποτέλεσμα ο άτυχος Tracy να γεμίσει γρήγορα μελανιές και να χάσει κάμποσα δόντια. Και πάλι το παιδί σώθηκε από περαστικούς, οι οποίοι το οδήγησαν στους γονείς του που, αμέσως, ειδποίησαν την αστυνομία. Ο Tracy μπόρεσε να περιγράψει το μεγαλόσωμο αγόρι που τον είχε βασανίσει παραβλέποντας, ωστόσο, μια σημαντική λεπτομέρεια: το «γαλατένιο» του μάτι. Για δεύτερη φορά ο Jesse ήταν ασφαλής.

Ο οκτάχρονος Robert Maier και ο επτάχρονος Johnny Balch ήταν το τρίτο και τέταρτο θύμα του Jesse, τον Μάιο και τον Ιούλιο του 1872 αντίστοιχα. Έπεισε τον Robert να τον ακολουθήσει με την υπόσχεση ότι θα τον πήγαινε στο τσίρκο και τον οδήγησε σε μια λιμνούλα, όπου προσπάθησε να τον πνίξει. Το αγόρι αγωνίστηκε και κατάφερε να ξεφύγει αλλά ο Jesse τον έπιασε και τον έδεσε σ’ έναν στύλο. Μετά τον μαστίγωσε μ’ ένα κλαρί δέντρου, αναγκάζοντάς τον ταυτόχρονα να χρησιμοποιεί λέξεις που την εποχή εκείνη θεωρούνταν πρόστυχες. Ο Jesse αυνανιζόταν ακούγοντας τις χυδαίες λέξεις ανάμεσα στα κλάμματα του παιδιού. Όταν ολοκλήρωσε το έλυσε, του είπε να ντυθεί και το άφησε να φύγει. Δυο μήνες αργότερα την ίδια τύχη είχε ο Johnny Balch, με τη διαφορά ότι ο βασανισμός του επτάχρονου ήταν ο σφοδρότερος μέχρι τότε. Το παιδί εγκαταλείφθηκε ετοιμοθάνατο στο πάτωμα μιας αποθήκης, για να το ανακαλύψει την τελευταία στιγμή ένας έντρομος περαστικός. Ο Jesse είχε πλέον ξεκάθαρα συνδέσει τη βία με την σεξουαλική ικανοποίηση την οποία, ωστόσο, εξασφάλιζε αυτοϊκανοποιούμενος και όχι κακοποιώντας σεξουαλικά τα θύματά του. Κι αυτές οι δύο επιθέσεις έμειναν ατιμώρητες, καθώς η Ruth Pomeroy μετακόμισε με τον Jesse και τον Charles σε μια άλλη περιοχή της Βοστώνης, όπου τα ενοίκια ήταν φθηνότερα.

Σκίτσο που απεικονίζει τον Jesse χτυπημένο από τον πατέρα του
Σκίτσο που απεικονίζει τον Jesse χτυπημένο από τον πατέρα του

Δεν πέρασαν παρά ελάχιστες ημέρες από την μετακόμιση, και ο Jesse βρέθηκε πάλι στους δρόμους αναζητώντας νέα θύματα. Στις 17 Αυγούστου του 1872, συνάντησε τον επτάχρονο George Pratt κοντά στην παραλία κι αφού τον οδήγησε σ’ ένα λεμβοστάσιο τον έγδυσε κι άρχισε να τον χτυπά, βρίζοντάς τον, κατά την αγαπημένη του συνήθεια. Όμως αυτή τη φορά ήταν κυριολεκτικά εξαγριωμένος. Δάγκωσε με μανία το πρόσωπο κι έναν από τους γλουτούς του παιδιού ενώ, με μιαν αυτοσχέδια βελόνα, το κατατρύπησε στους ώμους και τις μασχάλες. Οι μέχρι τότε εμπειρίες της δυστυχισμένης παιδικής του ηλικίας, τον είχαν ήδη μεταμορφώσει σ’ έναν αμετανόητο ψυχοπαθή. Κι ήταν μόλις δώδεκα χρονών.

Χρειάστηκε μόνο ένα δεκαπενθήμερο για να δράσει ξανά ο Jesse. Αυτή τη φορά, στις 5 Σεπτεμβρίου, εκτός από τον ξυλοδαρμό, χρησιμοποίησε και μαχαίρι, με το οποίο τραυμάτισε το θύμα του στην πλάτη και τις μασχάλες. Στη συνέχεια προσπάθησε να το ευνουχίσει. Ο εξάχρονος Harry Austin γλίτωσε από θαύμα.

Την επόμενη εβδομάδα, στις 11 Σεπτεμβρίου, ο Jesse επέλεξε για θύμα του τον επτάχρονο Joseph Kennedy τον οποίο, αφού παρέσυρε σε μιαν άδεια αποθήκη, τραυμάτισε με το μαχαίρι στο πρόσωπο και τους γλουτούς, αφήνοντάς τον ημιθανή. Κι ενώ η αστυνομία αλλά και το κοινό που διάβαζε γι αυτές τις επιθέσεις στις εφημερίδες, είχαν αντιληφθεί ότι επρόκειτο για έναν επικίνδυνο ψυχοπαθή ο οποίος κλιμάκωνε τις επιθέσεις του και δεν θα αργούσε να φτάσει και στον φόνο εκτός αν κάποιος τον σταματούσε, καμία υποψία δεν είχε περάσει από το μυαλό της Ruth για τον γιο της. Φαινόταν απόλυτα φυσιολογικός, όσο φυσιολογικό μπορεί να φαίνεται ένα τόσο μοναχικό παιδί: εξακολουθούσε να πηγαίνει στο σχολείο και στο κατηχητικό και να τσακώνεται αδιάκοπα με τον αδελφό του.

Ο πεντάχρονος Robert Gould λίγο έλειψε να είναι το πρώτο παιδί που θα πέθαινε στα χέρια του Jesse. Τον άρπαξε κοντά στις σιδηροδρομικές γραμμές, τον έδεσε σ’ έναν στύλο κι άρχισε να τον μαχαιρώνει παντού, γελώντας υστερικά στη θέα του αίματος του παιδιού που ανάβλυζε από τις πληγές του. Του δήλωσε ότι θα του έκοβε τον λαιμό –κι ετοιμαζόταν να το κάνει- αλλά ευτυχώς η πρόθεσή του ματαιώθηκε από μια παρέα σιδηροδρομικών που πλησίασε. Ο Jesse τράπηκε σε φυγή κι ο –τυχερός μέσα στην ατυχία του- Robert μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Έδωσε την περιγραφή του βασανιστή του κι αυτή τη φορά το περίεργο, «γαλατένιο» μάτι αναφέρθηκε.

Σκηνή τιμωρίας σε αναμορφωτήριο, μέσα 19ου αιώνα.
Σκηνή τιμωρίας σε αναμορφωτήριο, μέσα 19ου αιώνα.

Η σύλληψη

Υπήρχε μόνο ένα αγόρι στη γειτονιά με το χαρακτηριστικό ελάττωμα στο ένα μάτι. Ο Jesse Pomeroy. Συνελήφθη και αναγνωρίστηκε από όλα του τα θύματα. Ομολόγησε τις πράξεις του, λέγοντας αόριστα ότι «κάτι» τον έκανε να συμπεριφερθεί έτσι, για να ανακαλέσει την ομολογία του αργότερα και να υποστηρίξει πως ήταν αθώος των κατηγοριών. Τον έστειλαν σ’ ένα αναμορφωτήριο αρρένων, όπου τα περισσότερα παιδιά που βρίσκονταν εκεί είχαν κατηγορηθεί για κλοπές. Όταν πληροφορήθηκαν ότι ο βασανιστής αγοριών ήταν ανάμεσά τους, τρομοκρατήθηκαν και φρόντιζαν να τον αποφεύγουν με κάθε τρόπο.

Δυστυχώς στα αναμορφωτήρια της εποχής, οι ξυλοδαρμοί και οι σωματικές και ψυχολογικές ποινές ήταν στην ημερήσια διάταξη, με αποτέλεσμα το μυαλό του Jesse να περιστρέφεται διαρκώς γύρω απ’ αυτές. Αναζητούσε τα παιδιά που είχαν τιμωρηθεί και τα ανάγκαζε να του περιγράψουν την τιμωρία τους και τον πόνο που είχαν νοιώσει. Η ικανοποίησή του, διανοητική και σωματική, ήταν μεγάλη.

LambethRagged1846Στο μεταξύ, η Ruth Pomeroy, αισθανόμενη ενοχές που επέτρεψε στον πατέρα του Jesse να τον κακοποιεί τόσο βάναυσα, έκανε διαρκώς αιτήσεις στις αρχές και στο αναμορφωτήριο, προκειμένου να απελευθερώσουν τον Jesse, γιατί ήταν αθώος των πράξεων για τις οποίες τον κατηγορούσαν. Το σχολείο εντυπωσιάστηκε από την επιμονή και την πίστη της Ruth, αλλά και από το γεγονός ότι ο Jesse ήταν υπόδειγμα τροφίμου. Δεν είχε χρειαστεί να τον τιμωρήσουν ποτέ, καθώς πάντα υπάκουε στους κανόνες. Σήμερα έχει αποδειχτεί ότι πολύ επικίνδυνοι εγκληματίες, όταν συλληφθούν, μετατρέπονται σε υποδειγματικούς καταδίκους, αλλά το 1873 οι γνώσεις ψυχολογίας ήταν περιορισμένες. Έτσι, τον Μάρτιο του 1874, ο Jesse απελευθερώνεται και αποδίδεται στη μητέρα του, μετά από μόνο 17 μήνες εγκλεισμού, με την πεποίθηση ότι είχε αναμορφωθεί και δεν θα αποτελούσε, πλέον, κίνδυνο για την κοινωνία.

Συνεχίζεται

crime_and_punishment22

4 σκέψεις σχετικά με το “Jesse Pomeroy: το θύμα που έγινε θύτης – 1”

  1. Όπως πάντα, ενδιαφέρον άρθρο. Το μόνο «κακό» όταν ένα άρθρο (μια ιστορία) χωρίζεται σε μέρη (1ο, 2ο κλπ) είναι ότι, αφού διαβάσω το 1ο, μου εξάπτεται η περιέργεια και βρίσκω στο διαδίκτυο όλη την ιστορία, μαθαίνοντας τη συνέχεια και τοι τέλος. Αλλά πάντα γυρίζω εδώ όταν ανεβάσετε τη συνέχεια.

  2. Πω,πω, τι ιστορία κι αυτή! Τα καημένα τα παιδάκια αλλά και τα ζωάκια! Αλλά κι ο δολοφόνος-βασανιστής σε αυτήν την περίπτωση προκαλεί κι αυτός οίκτο, καθώς ήταν μόνο ένα κακοποιημένο παιδί που πήγε στραβά. Αν υπήρχε πρόνοια κι είχε επέμβει, μπορεί να μη γινόταν τίποτε απ’ όλα αυτά και να γλίτωναν και τα αθώα θύματά του αλλά και ο ίδιος.

Σχολιάστε